Είναι εκείνες οι μέρες, και κυρίως οι νύχτες, που τα παιδιά είναι άρρωστα. Και τα δυο μαζί. Και είναι πιθανό να έχουν διαφορετικά συμπτώματα ή ίδια συμπτώματα και να τα διαχειρίζονται διαφορετικά. Εκείνες οι στιγμές που η μπουκωμένη τους μύτη, τα αναγκάζει να φέρνουν σβούρες στα κρεβάτια τους, το φτέρνισμα να τα ξυπνάει και ο πυρετός να τα κάνει να παραμιλούν κλαίγοντας.
Και εσύ να τη βγάζεις στον ... διάδρομο. Μια σε ζητάει το ένα, μια κλαίει το άλλο. Και γέμιζε μπουκάλια με φυσιολογικό ορό... Και άνοιγε αμπούλες... Και τράβα χαρτομάντιλα... Και ψάξε το πανάκι ανάμεσα στα σεντόνια...
Και όταν κλαίνε ταυτόχρονα; Τότε τι κάνεις; Καλείσαι σε κλάσματα του δευτερολέπτου να κάνεις εκτίμηση κινδύνου. Όχι, δεν τον κάνουν μόνο οι πολιτικοί, οι οικονομολόγοι και οι χειρούργοι. Το κάνουν και οι μανάδες όταν κλαίνε ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΑ τα παιδιά τους.
Και καλά όταν το ένα κλαίει γιατί θέλει βόλτα και το άλλο γιατί χτύπησε. Εκεί ξέρεις προς τα που θα τρέξεις. Όταν έχουν και τα δυο βουλωμένη μύτη και δεν μπορούν να πάρουν ανάσα; Τότε που πας πρώτα;
Όταν το μωρό ουρλιάζει επειδή δεν μπορεί να κοιμηθεί απ την καταρροή και ξυπνάει και τη μεγάλη που ακόμα και με βουλωμένη μύτη καταφέρνει να κοιμάται, τι κάνεις; Ποιανού την πόρτα κλείνεις; Και αν σε φωνάξει και δεν το ακούσεις;
Και όταν κατάκοπη απ το πέρα δώθε στον διάδρομο, την non stop αγκαλιά, τη μύξα, το κλάμα, τον ορό και τα χαρτομάντιλα, τα παιδιά αποκοιμιούνται (πιθανότατα στο κρεβάτι σου), εσύ βάζεις ξυπνητήρι κάθε 1-2 ώρες για να τα τσεκάρεις.
Ξυπνάς το πρωί και ανακαλύπτεις ότι έχεις κοιμηθεί με την πιπίλα στο χέρι, τα γυαλιά έχουν πέσει στο πάτωμα, στο κεφάλι φοράς ακόμα το κοκαλάκι σου, έχεις πονοκέφαλο απ την αυπνία και η μεγάλη σου κόρη χρόνια στο κουρμπέτι των ιώσεων πια, σου ζητά αναζωογονημένη να κατέβει στο σαλόνι να δει παιδικό.
Παίρνεις όσο κουράγιο έχεις διαθέσιμο στις αποθήκες σου, φτιάχνεις τον καφέ σου ταυτόχρονα με το γάλα της μεγάλης και τη φρουτόκρεμα του μωρού αλλά τον τελειώνεις ακριβώς πριν το σερβίρισμα του μεσημεριανού.
Άλλη μια μέρα τελειώνει και εσύ ακόμα αναρρωτιέσαι πως επέλεξες σε ποιο παιδί θα τρέξεις πρώτα όταν έκλαιγαν και τα δυο ταυτόχρονα. Και αφού δε θυμάσαι με τι κριτήριο επέλεξες, τρέμεις το πως θα το κάνεις και το βράδυ που έρχεται...
Και κααααπου εκεί μαλώνεις στον εαυτό σου. "Μια ίωση είναι, θα περάσει. Σκάσε και κολύμπα". Και μιας και για ακόμα μια μέρα βρέχει, κολύμπι δεν έχει (πιθανότατα ούτε καν ντουζ) και μένει μόνο το "σκάσε". Σκάω και πάω να σκουπίσω καμιά μύξα, να μετρήσω θερμοκρασίες και να δώσω νερό με το ζόρι.
Και εσύ να τη βγάζεις στον ... διάδρομο. Μια σε ζητάει το ένα, μια κλαίει το άλλο. Και γέμιζε μπουκάλια με φυσιολογικό ορό... Και άνοιγε αμπούλες... Και τράβα χαρτομάντιλα... Και ψάξε το πανάκι ανάμεσα στα σεντόνια...
Και όταν κλαίνε ταυτόχρονα; Τότε τι κάνεις; Καλείσαι σε κλάσματα του δευτερολέπτου να κάνεις εκτίμηση κινδύνου. Όχι, δεν τον κάνουν μόνο οι πολιτικοί, οι οικονομολόγοι και οι χειρούργοι. Το κάνουν και οι μανάδες όταν κλαίνε ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΑ τα παιδιά τους.
Και καλά όταν το ένα κλαίει γιατί θέλει βόλτα και το άλλο γιατί χτύπησε. Εκεί ξέρεις προς τα που θα τρέξεις. Όταν έχουν και τα δυο βουλωμένη μύτη και δεν μπορούν να πάρουν ανάσα; Τότε που πας πρώτα;
Όταν το μωρό ουρλιάζει επειδή δεν μπορεί να κοιμηθεί απ την καταρροή και ξυπνάει και τη μεγάλη που ακόμα και με βουλωμένη μύτη καταφέρνει να κοιμάται, τι κάνεις; Ποιανού την πόρτα κλείνεις; Και αν σε φωνάξει και δεν το ακούσεις;
Και όταν κατάκοπη απ το πέρα δώθε στον διάδρομο, την non stop αγκαλιά, τη μύξα, το κλάμα, τον ορό και τα χαρτομάντιλα, τα παιδιά αποκοιμιούνται (πιθανότατα στο κρεβάτι σου), εσύ βάζεις ξυπνητήρι κάθε 1-2 ώρες για να τα τσεκάρεις.
Ξυπνάς το πρωί και ανακαλύπτεις ότι έχεις κοιμηθεί με την πιπίλα στο χέρι, τα γυαλιά έχουν πέσει στο πάτωμα, στο κεφάλι φοράς ακόμα το κοκαλάκι σου, έχεις πονοκέφαλο απ την αυπνία και η μεγάλη σου κόρη χρόνια στο κουρμπέτι των ιώσεων πια, σου ζητά αναζωογονημένη να κατέβει στο σαλόνι να δει παιδικό.
Παίρνεις όσο κουράγιο έχεις διαθέσιμο στις αποθήκες σου, φτιάχνεις τον καφέ σου ταυτόχρονα με το γάλα της μεγάλης και τη φρουτόκρεμα του μωρού αλλά τον τελειώνεις ακριβώς πριν το σερβίρισμα του μεσημεριανού.
Άλλη μια μέρα τελειώνει και εσύ ακόμα αναρρωτιέσαι πως επέλεξες σε ποιο παιδί θα τρέξεις πρώτα όταν έκλαιγαν και τα δυο ταυτόχρονα. Και αφού δε θυμάσαι με τι κριτήριο επέλεξες, τρέμεις το πως θα το κάνεις και το βράδυ που έρχεται...
Και κααααπου εκεί μαλώνεις στον εαυτό σου. "Μια ίωση είναι, θα περάσει. Σκάσε και κολύμπα". Και μιας και για ακόμα μια μέρα βρέχει, κολύμπι δεν έχει (πιθανότατα ούτε καν ντουζ) και μένει μόνο το "σκάσε". Σκάω και πάω να σκουπίσω καμιά μύξα, να μετρήσω θερμοκρασίες και να δώσω νερό με το ζόρι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου