Δευτέρα 28 Σεπτεμβρίου 2015

Παιδί: Πότε ξεκινάμε αγγλικά;

Δε θα ταν Σεπτέμβρης εάν δεν μας απασχολούσε το σχολείο, οι νέες εξωσχολικές δραστηριότητες και το πότε θα έπρεπε να ξεκινήσει την εκμάθηση ξένων γλωσσών το καμάρι μας!

Με αφορμή το αυθόρμητο σχόλιο της καθηγήτριας αγγλικών που διέθετε το νηπιαγωγείο της κόρης μου (και έκανε 2 χρονιές μαζί της μάθημα) ότι είναι η καλύτερη μαθήτριά της & έχει σωστή προφορά αλλά και το έκδηλο ενδιαφέρον της στο σπίτι για την αγγλική γλώσσα & την απίστευτη ευκολία που μαθαίνει σωστά τα αγγλικά τραγούδια απ τα οποία σημειωτέον απομονώνει λέξεις και ρωτάει τη σημασία τους, τόσο εγώ όσο και ο μπαμπάς της σκεφτόμαστε εάν είναι φρόνιμο το παιδί να ξεκινήσει αγγλικά από την 1η δημοτικού τη στιγμή που το "σημείο αναφοράς" είναι η 3η δημοτικού.





Προσφέρει ουσιαστικά η pre-junior; Τι τη διαφοροποιεί από τη Junior; Θα μπορεί να ανταπεξέλθει στην Junior σε ηλικία 7-8 ετών παράλληλα με παιδιά 9-10 ετών;
Και είναι και το άλλο... Φροντιστήριο ξένων γλωσσών; Ιδιαίτερα; Εξωσχολική δραστηριότητα με αγγλικά ερεθίσματα; Μήπως να πάμε ένα βήμα μακρύτερα; Δίγλωσσο σχολείο;

Μη περιμένετε απαντήσεις από εμένα! Δεν έχω αποφασίσει ακόμα! Μαζί όμως θα δούμε στοιχεία από έρευνες, άρθρα και δημόσιο διαδικτυακό διάλογο!

Η αλήθεια είναι (και τη θεωρώ ορατή από όλους) πως τα αγγλικά είναι πλέον δεδομένα. Είναι μέρος της ζωής μας. Εννοείται πως ένα παιδί που τώρα ξεκινάει το δημοτικό θα μάθει πολύ καλά αγγλικά. Οι πόρτες δεν ανοίγονται με τα αγγλικά αλλά με 2 ή και 3 ξένες γλώσσες! Γι αυτό άλλωστε πλέον τα αγγλικά ξεκινάνε στην 1η τάξη στο σχολείο και εισάγεται και 2η ξένη γλώσσα στην 5η δημοτικού στο πλαίσιο της προσπάθειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης να προωθήσει την εκμάθηση περισσότερων από μιας ξένων γλωσσών από πολύ μικρή ηλικία, κυρίως μέσω της ενημερωτικής εκστρατείας για την πολυγλωσσία Piccolingo. Άλλωστε, οι ξένες γλώσσες καταλαμβάνουν σήμερα μια καίρια θέση στα σχολικά προγράμματα σπουδών όλης της Ευρώπης και σε πολλές χώρες η υποχρεωτική διδασκαλία τους ξεκινάει ακόμα και από το νηπιαγωγείο.

Η γλωσσομάθεια, εκτός απ το ότι ενισχύει τις γνωστικές ικανότητες (ακόμα και τις μη λεκτικές, όπως τα μαθηματικά!) και δίνει ώθηση στον εγκέφαλο, είναι σαφέστατα το διαβατήριο για μια καλύτερη μελλοντική ακαδημαϊκή πορεία και καλύτερη επαγγελματική αποκατάσταση.

Συν τοις άλλοις, οι επιστημονικές έρευνες δείχνουν ότι τα παιδιά που μαθαίνουν από μικρά και μία ή περισσότερες γλώσσες εκτός της μητρικής τους, έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να γίνουν πολύγλωσσα, κατανοούν καλύτερα τη μητρική τους γλώσσα, συγκεντρώνονται ευκολότερα, έχουν βελτιωμένες σχολικές επιδόσεις και μεγαλύτερη διαπολιτισμική επίγνωση, καθώς είναι περισσότερο εξοικειωμένα με άλλους πολιτισμούς, τους οποίους δεν θεωρούν απειλητικούς.




Γιατί νωρίς; 

Ειδικοί σημειώνουν πως τα αγγλικά έχουν 20 διαφορετικούς ήχους φωνηέντων ενώ τα ελληνικά (όπως και τα ιταλικά και τα ισπανικά) έχουν μόνο 5. Είναι πολύ δύσκολο για τους Έλληνες να πάνε από το 5 στο 20 - και αν δεν ξεκινήσουν αρκετά νωρίς, ακατόρθωτο, γιατί με τα χρόνια το αυτί μας συνηθίζει να ακούει τους 5 δικούς μας ήχους και με αυτούς αναπαράγουμε τις λέξεις που ακούμε στα αγγλικά. Παράδειγμα: διαβάζουμε το ίδιο τη λέξη pick και τη λέξη peak ή τη λέξη gin και τη λέξη jean.

Στα ιταλικά δεν έχουμε ανάλογο πρόβλημα, γιατί τουλάχιστον στους ήχους των φωνηέντων υπάρχει αντιστοιχία. 

Επίσης υπάρχουν και διαφορές στον τονισμό και επιτονισμό. Π.χ. στα αγγλικά η συλλαβή που τονίζεται έχει μεγαλύτερη διάρκεια στην εκφορά της λέξης από τις συλλαβές που δεν τονίζονται, ενώ στα ελληνικά όλες οι συλλαβές έχουν το ίδιο μήκος. Αυτό κι αν είναι δύσκολο για τους Έλληνες! 

Το πρόβλημα που έχουμε εμείς να μιλήσουμε σωστά αγγλικά το έχουν και οι Άγγλοι όταν προσπαθούν να μάθουν ελληνικά, στο αντίστροφο: τα αυτιά τους ακούν περισσότερους ήχους απ' ό,τι θα έπρεπε για να μιλήσουν σωστά ελληνικά και επίσης τρώνε τις συλλαβές που δεν τονίζονται, αφού αυτό έχουν συνηθίσει να κάνουν και στη μητρική τους γλώσσα.

Τα αγγλικά γενικά είναι δύσκολη γλώσσα από άποψη γραφής και προφοράς. Σε μια έρευνα που έγινε πρόσφατα ανάμεσα σε φυσικούς ομιλητές 14 ευρωπαϊκών γλωσσών, βρέθηκε πως τα αγγλικά ήταν η πιο δύσκολη γλώσσα να μάθεις να τη γράφεις και να τη διαβάζεις (δηλαδή τα αγγλάκια δυσκολεύονταν περισσότερο να διαβάσουν αγγλικά απ' ό,τι τα φινλανδάκια φινλανδικά, τα γαλλάκια γαλλικά κ.ο.κ). 


Οπότε ναι, υπάρχει θέμα, ειδικά με τα αγγλικά. Αν η πρώτη/μοναδική γλώσσα που θα μάθαινε το παιδί σου είναι (ας πούμε) τα ιταλικά, θα μπορούσε να ξεκινήσει μαθήματα και ως ενήλικας χωρίς να έχει θέμα προφοράς. Με τα αγγλικά ισχύει το αντίθετο. Όσο πιο νωρίς τόσο καλύτερα.

Για άλλους λαούς δεν είναι τόσο δύσκολο. Για τους Ολλανδούς, τους Δανούς, τους Σουηδούς είναι πολύ πιο εύκολο να μάθουν αγγλικά γιατί οι γλώσσες τους έχουν πολύ περισσότερες ομοιότητες με τα αγγλικά απ' ό,τι η δική μας. Π.χ. οι Σουηδοί έχουν (αν δεν κάνω λάθος) 17 ήχους φωνηέντων, οπότε δεν είναι τόσο μεγάλος κόπος να μάθουν άλλους 3 για να μπορούν να προφέρουν άψογα τις αγγλικές λέξεις. Όποιος έχει ακούσει Σουηδό (ή Ολλανδό) να μιλάει αγγλικά σίγουρα έχει διαπιστώσει πόσο τέλεια μιλάνε. Μερικούς σχεδόν δεν τους ξεχωρίζεις από τους φυσικούς ομιλητές. Ενώ ο Έλληνας (και ο Ιταλός και ο Ισπανός) ξεχωρίζουν από μακριά ότι είναι ξένοι και σε κάποιες περιπτώσεις μιλάνε τόσο άσχημα αγγλικά ώστε δεν μπορούν να γίνουν κατανοητοί. Οι Ισπανοί πάσχουν από χρόνια ανικανότητα να μιλήσουν αγγλικά για αυτό το λόγο και επίσης επειδή παραδοσιακά μάθαιναν αγγλικά ως ενήλικες. Τώρα πλέον έχουν υιοθετήσει όλες τις προτάσεις των ευρωπαϊκών θεσμών για την εκμάθηση των αγγλικών και έχουν αρχίσει να προωθούν την εισαγωγή των παιδιών στα αγγλικά από την προσχολική ηλικία, συγκεκριμένα από 3 χρονών. 

Επίσης οι Ισπανοί (και οι Πορτογάλοι) κάνουν διάφορα άλλα πράγματα, όπως διδασκαλία σχολικών μαθημάτων (μαθηματικών, χημείας, ιστορίας) στα αγγλικά, ακριβώς για να μπορέσουν τα παιδιά να πλησιάσουν τη διγλωσσία.


Σύμφωνα με τους ειδικούς, για τις ηλικίες 4 και 5 ετών ο χρόνος που πρέπει να αφιερώνεται στα αγγλικά είναι 1 ώρα και 15 λεπτά εβδομαδιαίως και η διδασκαλία να είναι αποκλειστικά και μόνο προφορική (listening-speaking). Με τον τρόπο αυτόν, το παιδί αποκτά ακουστική κατανόηση της διαφορετικής γλώσσας, καθώς εξοικειώνεται με νέα ηχητικά σχήματα, ενώ δεν θεωρεί ότι κάνει μάθημα, αλλά ότι παίζει. Σημειώνουμε εδώ ότι ο εκπαιδευτικός που διδάσκει μια ξένη γλώσσα σε παιδιά προσχολικής και πρώτης σχολικής ηλικίας δεν πρέπει να είναι δάσκαλος με τη στενή έννοια του όρου, αλλά πάνω απ’ όλα παιδαγωγός και ψυχαγωγός, που με θεατρικότητα, τραγούδια, παιχνίδι και έντονη κίνηση θα οργανώνει τις προνηπιακές γλωσσικές δραστηριότητες και οφείλει να έχει τη μέγιστη δυνατή κατάρτιση, ώστε να είναι σε θέση να ανταποκριθεί στις ποικίλες και ειδικές απαιτήσεις της δουλειάς του.





This is a pencil

Όταν το παιδί γίνει έξι ετών και φοιτά στην πρώτη δημοτικού, παράλληλα με τη γραφή της ελληνικής γλώσσας και για δύο ώρες την εβδομάδα (δύο φορές από μία ώρα), μπορεί σταδιακά να ασχοληθεί και με ασκήσεις προ-γραφής της αγγλικής. Ιδιαίτερη σημασία σε αυτήν την ηλικία έχει η οπτική αναγνώριση των λέξεων και η απεικόνισή τους, ενώ ασκήσεις όπως η ζωγραφική γραμμάτων ή η αγγλική αλφάβητος σε χειροτεχνία το βοηθούν να αρχίσει να αφομοιώνει σιγά σιγά τη νέα γλώσσα. Πάντα, όμως, πρέπει να διατηρείται το ψυχαγωγικό πλαίσιο διασκέδασης και ο παιγνιώδης τρόπος διδασκαλίας, με τραγούδια, παντομίμα, ζωγραφική, καθώς το παιδί βρίσκεται ακόμα σε στάδιο που προσπαθεί να κατανοήσει τη γραφή της μητρικής του γλώσσας, επομένως υπάρχει ο (μικρός) κίνδυνος να μπερδευτεί, να αγχωθεί και τελικά να μην αγαπήσει τα αγγλικά. Δεδομένου ότι η διαδικασία της εκμάθησης ξένης γλώσσας σε μικρή ηλικία πρέπει να εξετάζεται σε συνάρτηση με την εξέλιξη της μητρικής γλώσσας, από την ηλικία των 7 ή 8 ετών, όταν το παιδί χειρίζεται πλέον καλά τη γραφή και την ανάγνωση στην ελληνική γλώσσα, μπορεί να εισαχθεί, σε τρίωρο ή τετράωρο εβδομαδιαίο πρόγραμμα, κανονικά και η γραφή της αγγλικής. Σε ηλικία περίπου 10 ετών, εφόσον το παιδί μοιάζει να έχει έφεση και δυνατότητα και το ζητήσει μπορεί να ενταχθεί στο πρόγραμμά του και η εκμάθηση μιας δεύτερης ξένης γλώσσας, συνήθως αυτής που προσφέρει το σχολείο στο οποίο φοιτά το παιδί, δηλαδή της γαλλικής ή της γερμανικής.

Δυστυχώς, πολλοί γονείς ενδιαφέρονται ΜΟΝΟ για το πόσα χρόνια χρειάζονται για να αποκτήσει το παιδί το πτυχίο στην συγκεκριμένη γλώσσα. Οι περισσότεροι εξ αυτών, ώστε να μη συμπέσει με τα χρόνια του λυκείου όπου τα πράγματα δυσκολεύουν για τον μαθητή. Αυτό τουλάχιστον νομίζουν οι γονείς. Η αλήθεια είναι πως ένα παιδί που ΕΠΙΘΥΜΕΙ να μάθει ακόμα μια ξένη γλώσσα, δεν ενδιαφέρεται τόσο για τον φόρτο των πολλών μαθημάτων καθώς η επιθυμία, ως γνωστόν, νικά την κούραση. 

Με βάση πάντα το ίδιο το παιδί και την κλίση που μπορεί να έχει (ή να μην έχει) στην αγγλική γλώσσα, με μια σωστή οργάνωση προγράμματος, θεωρητικά είναι δυνατή η απόκτηση του Lower στη δεύτερη ή στην τρίτη τάξη του γυμνασίου και η απόκτηση του Proficiency (ή έτερου πιστοποιητικού επάρκειας γνώσης της γλώσσας) δύο χρόνια μετά, ιδανικά πριν από την έναρξη της έντονης προετοιμασίας του παιδιού για τις πανελλαδικές εξετάσεις. Με τον τρόπο αυτόν, το παιδί θα ολοκληρώσει τη σχολική του εκπαίδευση έχοντας την επάρκεια γνώσης των αγγλικών και στα φοιτητικά ή στα πρώτα επαγγελματικά του χρόνια θα μπορέσει να ολοκληρώσει τις σπουδές του σε μια δεύτερη ξένη γλώσσα και να προχωρήσει στην εκμάθηση μιας τρίτης ή και μιας τέταρτης. Προσοχή: Υπάρχουν γονείς που πιέζουν τα παιδιά τους να «πηδήξουν» τάξεις και να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους στην αγγλική στο τέλος του γυμνασίου και στη δεύτερη γλώσσα στην πρώτη ή στη δευτέρα λυκείου. Κάτι τέτοιο δεν προτείνεται, καθώς τα παιδιά είναι ακόμα πολύ μικρά για να αντιληφθούν τα νοήματα και να αφομοιώσουν σε ικανοποιητικό ποσοστό τα όσα διδάσκονται. Αντιθέτως, γεμίζουν με άγχος προσπαθώντας να αντεπεξέλθουν στις γονεϊκές απαιτήσεις. Οι γονείς πρέπει να αντιληφθούμε ότι η ουσιαστική εκμάθηση μιας ξένης γλώσσας δεν αποκτάται με ταχύρρυθμα μαθήματα και παπαγαλία, αλλά  απαιτεί κριτική σκέψη και βαθιά ενασχόληση, που δεν μπορούμε να απαιτήσουμε από ένα δεκατριάχρονο παιδί, όσο και να θέλουμε να πάρει το «χαρτί» στα χέρια του το νωρίτερο δυνατόν. Με άλλα λόγια, το κυνήγι πιστοποιητικών γλωσσομάθειας δεν ταυτίζεται σε καμία περίπτωση με την αληθινή μόρφωση. 





Που;

Ας ξεκινήσουμε απ τη μειοψηφία. Στις εποχές που διανύουμε, πολλοί γονείς (που εννοείται έχουν την οικονομική δυνατότητα) επιλέγουν International schools καθώς στο πίσω μέρος του μυαλού τους (ή στο πολύ μπροστινό!) έχουν την πιθανότητα να εγκαταλείψουν τη χώρα και να ζήσουν σε κάποια χώρα του εξωτερικού. Με ένα παιδί που έχει ήδη φοιτήσει σε δίγλωσσο σχολείο, η μετάβαση σε ένα επίσης δίγλωσσο (μόνο που τα ελληνικά θα δώσουν τη θέση τους στη γλώσσα της εκάστοτε χώρας) είναι πιο ομαλή. Αυτή η επιλογή, ανήκει επίσης και σε γονείς των οποίων τα παιδιά έχουν δυο εθνικότητες. 
Τα δίδακτρα δεν είναι περισσότερα από τα υπόλοιπα ιδιωτικά σχολεία και προσωπικά δεν βλέπω τον λόγω εν έτη 2015 ο γονέας που δύναται να προσφέρει στα παιδιά του ιδιωτική εκπαίδευση να μην επιλέξει International school. 

Ξεπερασμένα - κυρίως λόγω οικονομικών- είναι τα ιδιαίτερα μαθήματα ξένης γλώσσας. Με τα φροντιστήρια ξένων γλωσσών σε πλήρη ανταγωνισμό, τα δίδακτρα έχουν μειωθεί τα τελευταία χρόνια και μπορεί ένα φροντιστήριο να είναι σε θέση να προσφέρει χαμηλά δίδακτρα αλλά ένας καθηγητής που κάνει ιδιαίτερα δεν μπορεί να κάνει το ίδιο. 
Φυσικά υπάρχουν γονείς που επιλέγουν τα ιδιαίτερα για ξένη γλώσσα αλλά υπάρχουν απόψεις που ενθαρρύνουν το περιβάλλον μιας τάξης (ολιγομελούς αλλά τάξης) τόσο για μεγαλύτερη ευκολία και αφομοίωση όσο και για κοινωνικοποίηση. 




Τα φροντιστήρια τώρα.... Μεγάλο & πολύπλευρο κεφάλαιο. Να επιλέξεις φροντιστήριο ξένων γλωσσών ή φροντιστήριο αγγλικών; Να επιλέξεις το γειτονικό φροντιστήριο ή το υπερσύγχρονο λίγα χιλιόμετρα μακριά; Είναι σημαντικό να διαθέτει διαδραστικούς πίνακες και άλλα σύγχρονα εργαλεία μάθησης; Θα είναι όντως ολιγομελή τα τμήματα; Είναι καλό η καθηγήτρια να έχει εμπειρία ετών ή μήπως δεν είναι αρκετό όταν είναι "κολλημένη" στα "βασικά" αγγλικά; Να βρεις native speaker καθηγητές ή δεν έχει τόση σημασία; 

Όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, ξεκινά κάποιος νωρίς την εκμάθηση ξένης γλώσσας για να μάθει σωστή προφορά. Για να μάθει αυτή τη σωστή προφορά, πρέπει να τη διδαχτεί από φυσικό ομιλητή της γλώσσας. 

Συνοψίζοντας θα λέγαμε πως μπορούμε να εκμεταλλευτούμε την ευκολία με την οποία τα παιδιά ρουφούν τη μάθηση σα σφουγγάρι και να ξεκινήσουμε νωρίς την 1η ξένη γλώσσα, τα αγγλικά. Εννοείται πως τη γλώσσα θα τη μάθουν και αν ξεκινήσουν στα 10 τους χρόνια ή ακόμα και στα 20. Θα την κατακτήσουν όμως καλύτερα εάν ξεκινήσουν νωρίτερα. Στην αρχή με ερεθίσματα (άποψή μου, ακόμα και τα εκπαιδευτικά τηλεοπτικά προγράμματα τύπου Dora the explorer κάνουν την αρχή) και στην αρχή του δημοτικού με 1 ώρα την εβδομάδα η κορυφή θα κατακτηθεί ακούραστα και αβίαστα.

Σημαντικός (και ίσως μόνος) παράγοντας η επιθυμία του ίδιου του παιδιού. Αν επιλέξετε τον δρόμο της έναρξης εκμάθησης ξένης γλώσσας στην ηλικία των 6-7 ετών και το παιδί σας δείξει κούραση, στεναχώρια ή άρνηση, μην επιμείνετε. Ίσως του πέφτει πολύ να διαβάζει όλη μέρα απ το να παίζει όλη μέρα. 


Προσωπικό άρθρο με στοιχεία από τις σελίδες www.talkmag.gr & www.parents.org,gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου